Πριονίζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: πριονίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
provérbio, serrote, serrar, entalhe, Jag, Jaguar, do entalhe, de Jag
Πριονίζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πριονίζω

πριονίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πριονίζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • πριμοδότηση στα πορτογαλικά - prémios, prêmio, prémio, premium, prémio de, superior
  • πριν στα πορτογαλικά - antes, atrás, há, ago, h
  • πριόνι στα πορτογαλικά - serrar, serrote, provérbio, viu, serra, de serra, saw, ...
  • προ- στα πορτογαλικά - pré-, pré, pre-, de pré
Τυχαίες λέξεις
Πριονίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: provérbio, serrote, serrar, entalhe, Jag, Jaguar, do entalhe, de Jag