Πριονίζω στα φινλανδικά
Μετάφραση: πριονίζω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
saha, näki, havaitsi, koki, näkivät, puuska, pykälä, jag, kärki, lovi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πριονίζω
πριονίζω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, πριονίζω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- πριμοδότηση στα φινλανδικά - vakuutusmaksu, runsaus, palkkio, palkkion, Ensiluokkaiset, Premium
- πριν στα φινλανδικά - ennalta, ennen, edessä, sitten, etukäteen, ennemmin, eteen, ...
- πριόνι στα φινλανδικά - näki, koki, näkivät, saha, havaitsi, sahan, saw, ...
- προ- στα φινλανδικά - pre-, ennalta, esi-, edeltävän, pre
Τυχαίες λέξεις
Πριονίζω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: saha, näki, havaitsi, koki, näkivät, puuska, pykälä, jag, kärki, lovi
Μεταφράσεις: saha, näki, havaitsi, koki, näkivät, puuska, pykälä, jag, kärki, lovi