Ράπισμα στα δανικά

Μετάφραση: ράπισμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Biff, gok
Ράπισμα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ράπισμα

ράπισμα ορισμός, το ράπισμα, ράπισμα λεξικό γλώσσας δανικά, ράπισμα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ράντισμα στα δανικά - sprøjt, sprøjte, squirt, sprøjtning, sprøjter
  • ράντσο στα δανικά - bondegård, ranch, ranchen
  • ράπτης στα δανικά - skrædder, skræddersyet, skræddersyede, skrædderen, skræddersy
  • ράσο στα δανικά - præstekjole, præstekjolen, Samarie
Τυχαίες λέξεις
Ράπισμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Biff, gok