Σμάλτο στα δανικά
Μετάφραση: σμάλτο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
emalje, emaljen, enamel, emalje-
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σμάλτο
σμάλτο σε μέταλλο, σμάλτο για πλακάκια, σμάλτο δοντιών, σμάλτο γυαλιού, σμάλτο χρώματα, σμάλτο λεξικό γλώσσας δανικά, σμάλτο στα δανικά
Μεταφράσεις
- σκώμμα στα δανικά - slynge, Fling, affære, flirt, kyle
- σκώρος στα δανικά - møl, moth
- σμάρι στα δανικά - sværm, sværmen, sværmer, swarm, mylder
- σμήνος στα δανικά - flok, flokken, Hjord, flokkens
Τυχαίες λέξεις
Σμάλτο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: emalje, emaljen, enamel, emalje-
Μεταφράσεις: emalje, emaljen, enamel, emalje-