Σμάλτο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: σμάλτο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
эмаль
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σμάλτο
σμάλτο σε μέταλλο, σμάλτο για πλακάκια, σμάλτο δοντιών, σμάλτο γυαλιού, σμάλτο χρώματα, σμάλτο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, σμάλτο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- σκώμμα στα λευκορωσικά - кідаць
- σκώρος στα λευκορωσικά - моль
- σμάρι στα λευκορωσικά - рой, адбыцца рой
- σμήνος στα λευκορωσικά - статак, чараду, гурт, чарада
Τυχαίες λέξεις
Σμάλτο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: эмаль
Μεταφράσεις: эмаль