Σμάλτο στα πορτογαλικά
Μετάφραση: σμάλτο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
capacitar, esmalte, do esmalte, de esmalte, o esmalte, esmalte de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σμάλτο
σμάλτο σε μέταλλο, σμάλτο για πλακάκια, σμάλτο δοντιών, σμάλτο γυαλιού, σμάλτο χρώματα, σμάλτο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σμάλτο στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- σκώμμα στα πορτογαλικά - arremesso, coice, folia, fling, do Fling
- σκώρος στα πορτογαλικά - traça, animal, mariposa, moth, a traça, traça de
- σμάρι στα πορτογαλικά - enxame, swarm, bando, multidão, enxame de
- σμήνος στα πορτογαλικά - rebanho, bando, ovelhas, efectivo
Τυχαίες λέξεις
Σμάλτο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: capacitar, esmalte, do esmalte, de esmalte, o esmalte, esmalte de
Μεταφράσεις: capacitar, esmalte, do esmalte, de esmalte, o esmalte, esmalte de