Σμάλτο στα ολλανδικά
Μετάφραση: σμάλτο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
emailleren, glazuur, email, emaille, geëmailleerd, geëmailleerde
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σμάλτο
σμάλτο σε μέταλλο, σμάλτο για πλακάκια, σμάλτο δοντιών, σμάλτο γυαλιού, σμάλτο χρώματα, σμάλτο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σμάλτο στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- σκώμμα στα ολλανδικά - smijten, gooi, Fling, gooien, affaire
- σκώρος στα ολλανδικά - nachtvlinder, uil, uiltje, mot, vlinder, moth, motten
- σμάρι στα ολλανδικά - krioelen, krielen, wriemelen, wemelen, zwerm, swarm, zwermen
- σμήνος στα ολλανδικά - wriemelen, krielen, wemelen, krioelen, kudde, zwerm, troep, ...
Τυχαίες λέξεις
Σμάλτο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: emailleren, glazuur, email, emaille, geëmailleerd, geëmailleerde
Μεταφράσεις: emailleren, glazuur, email, emaille, geëmailleerd, geëmailleerde