Στεγάζω στα δανικά
Μετάφραση: στεγάζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stegazo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στεγάζω
στεγάζω αγγλικά, στεγάζω συνώνυμο, στεγάζω συνώνυμα, στεγάζω στα αγγλικά, στεγάζω λεξικό γλώσσας δανικά, στεγάζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- στείρα στα δανικά - stængel, stamme, stilk, steril, sterile, sterilt
- στείρος στα δανικά - steril, sterile, sterilt
- στεγαστικός στα δανικά - boliger, bolig, huset, hus, boligbyggeri
- στεγνός στα δανικά - tør, tørre, tørt
Τυχαίες λέξεις
Στεγάζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stegazo
Μεταφράσεις: stegazo