Στεγάζω στα ισπανικά

Μετάφραση: στεγάζω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
adaptar, alojar, ajustarse, acantonar, ajustar, acomodar, stegazo
Στεγάζω στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στεγάζω

στεγάζω αγγλικά, στεγάζω συνώνυμο, στεγάζω συνώνυμα, στεγάζω στα αγγλικά, στεγάζω λεξικό γλώσσας ισπανικά, στεγάζω στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • στείρα στα ισπανικά - tema, caña, pie, tallo, estéril, estériles, esterilizada, ...
  • στείρος στα ισπανικά - estéril, infecundo, estériles, esterilizada, estéril de
  • στεγαστικός στα ισπανικά - viviendas, alojamiento, caja, vivienda, la vivienda
  • στεγνός στα ισπανικά - árido, seco, enjugar, secarse, irónico, secar, seca, ...
Τυχαίες λέξεις
Στεγάζω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: adaptar, alojar, ajustarse, acantonar, ajustar, acomodar, stegazo