Στεγάζω στα εσθονικά
Μετάφραση: στεγάζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
majutama, kohandama, stegazo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στεγάζω
στεγάζω αγγλικά, στεγάζω συνώνυμο, στεγάζω συνώνυμα, στεγάζω στα αγγλικά, στεγάζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, στεγάζω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- στείρα στα εσθονικά - vöörtääv, tüvi, steriilne, steriilse, steriilses, steriilset, steriilsed
- στείρος στα εσθονικά - sisutühi, sigimatu, aher, viljatu, steriilne, toiteväärtuseta, steriilse, ...
- στεγαστικός στα εσθονικά - ümbris, eluase, majutus, elamispind, eluaseme, korpus
- στεγνός στα εσθονικά - kuiv, kuivatama, keemiline, kuiva, kuivas, kuivad
Τυχαίες λέξεις
Στεγάζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: majutama, kohandama, stegazo
Μεταφράσεις: majutama, kohandama, stegazo