Στεγάζω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: στεγάζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
acomodar, convir, servir, stegazo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στεγάζω
στεγάζω αγγλικά, στεγάζω συνώνυμο, στεγάζω συνώνυμα, στεγάζω στα αγγλικά, στεγάζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, στεγάζω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- στείρα στα πορτογαλικά - boi, tronco, haste, caule, estéril, esterilizada, estéreis, ...
- στείρος στα πορτογαλικά - estéril, esterilizada, estéreis, esterilizado, est�il
- στεγαστικός στα πορτογαλικά - habitação, alojamentos, alojamento, carcaça, moradia, invólucro
- στεγνός στα πορτογαλικά - enxuto, enxugar, seco, secar, bêbedo, árido, seca, ...
Τυχαίες λέξεις
Στεγάζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: acomodar, convir, servir, stegazo
Μεταφράσεις: acomodar, convir, servir, stegazo