Στεγάζω στα ιταλικά
Μετάφραση: στεγάζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
accantonare, albergare, adattare, alloggiare, stegazo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στεγάζω
στεγάζω αγγλικά, στεγάζω συνώνυμο, στεγάζω συνώνυμα, στεγάζω στα αγγλικά, στεγάζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, στεγάζω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- στείρα στα ιταλικά - tronco, stelo, fusto, arginare, asta, gambo, sterile, ...
- στείρος στα ιταλικά - arido, sterile, infecondo, sterili
- στεγαστικός στα ιταλικά - alloggio, rifugio, alloggiamento, abitazione, alloggi, abitazioni
- στεγνός στα ιταλικά - arido, secco, seccare, ironico, asciugare, asciutto, secca, ...
Τυχαίες λέξεις
Στεγάζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: accantonare, albergare, adattare, alloggiare, stegazo
Μεταφράσεις: accantonare, albergare, adattare, alloggiare, stegazo