Στεγάζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: στεγάζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stegazo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στεγάζω
στεγάζω αγγλικά, στεγάζω συνώνυμο, στεγάζω συνώνυμα, στεγάζω στα αγγλικά, στεγάζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, στεγάζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- στείρα στα ισλανδικά - dauðhreinsað, sæfð, sæft, sæfðri, dauðhreinsuð
- στείρος στα ισλανδικά - dauðhreinsað, sæfð, sæft, sæfðri, dauðhreinsuð
- στεγαστικός στα ισλανδικά - húsnæði, húsnæðis, húsnæðismarkaði, hús, húsnæðisbréf
- στεγνός στα ισλανδικά - þurr, þurrt, þurrum, þorna, þurru
Τυχαίες λέξεις
Στεγάζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: stegazo
Μεταφράσεις: stegazo