Συνυπάρχω στα δανικά
Μετάφραση: συνυπάρχω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sameksistere, eksistere side om side, side om side, eksistere, eksisterer side om side
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνυπάρχω
συνυπάρχω συνώνυμα, συνυπάρχω αγγλικά, συνυπάρχω λεξικό γλώσσας δανικά, συνυπάρχω στα δανικά
Μεταφράσεις
- συντριπτικός στα δανικά - knusning, knuse, knusende, at knuse, knusning af
- συντροφιά στα δανικά - selskab, kammeratskab, venskab, følgeskab, ledsagelse
- συνωμοσία στα δανικά - sammensværgelse, konspiration, sammensværgelsen, komplot
- συνωμοτώ στα δανικά - complot
Τυχαίες λέξεις
Συνυπάρχω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sameksistere, eksistere side om side, side om side, eksistere, eksisterer side om side
Μεταφράσεις: sameksistere, eksistere side om side, side om side, eksistere, eksisterer side om side