Συνυπάρχω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: συνυπάρχω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
коегзистираат, опстанат, да опстанат, да коегзистираат, коегзистира
Συνυπάρχω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνυπάρχω

συνυπάρχω συνώνυμα, συνυπάρχω αγγλικά, συνυπάρχω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, συνυπάρχω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • συντριπτικός στα σλαβομακεδονικά - дробење, гмечење, катастрофален, дроби, кршење
  • συντροφιά στα σλαβομακεδονικά - општеството, дружба, дружењето, дружење, друштво, придружба
  • συνωμοσία στα σλαβομακεδονικά - заговор, конспирација, на заговор, заговорот, завера
  • συνωμοτώ στα σλαβομακεδονικά - complot
Τυχαίες λέξεις
Συνυπάρχω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: коегзистираат, опстанат, да опстанат, да коегзистираат, коегзистира