Συνυπάρχω στα πολωνικά

Μετάφραση: συνυπάρχω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
koegzystować, współistnieć, współżyć, współistnieją, współistnienie
Συνυπάρχω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνυπάρχω

συνυπάρχω συνώνυμα, συνυπάρχω αγγλικά, συνυπάρχω λεξικό γλώσσας πολωνικά, συνυπάρχω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • συντριπτικός στα πολωνικά - zgniecenie, kruszenie, przygniecenie, zgniatanie, miażdżenie, gniecenie, ugniatanie, ...
  • συντροφιά στα πολωνικά - kompania, towarzystwo, koleżeństwo, obcowanie, koleżenstwo, towarzystwa
  • συνωμοσία στα πολωνικά - sprzysiężenie, działka, knuć, fabuła, wykres, spiskować, parcela, ...
  • συνωμοτώ στα πολωνικά - działka, konspirować, fabuła, parcela, ukartować, intrygować, wątek, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνυπάρχω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: koegzystować, współistnieć, współżyć, współistnieją, współistnienie