Συνυπάρχω στα κροατικά

Μετάφραση: συνυπάρχω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
koegzistirati, istodobno, koegzistiraju, opstojati zajedno, opstojati, suživot
Συνυπάρχω στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνυπάρχω

συνυπάρχω συνώνυμα, συνυπάρχω αγγλικά, συνυπάρχω λεξικό γλώσσας κροατικά, συνυπάρχω στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • συντριπτικός στα κροατικά - porazan, drobljenje, drobljenja, drobljenjem, prignječenja
  • συντροφιά στα κροατικά - drugarstvo, druženja, druženje, društvom, društvenost
  • συνωμοσία στα κροατικά - zavjera, urota, intrigirati, fabula, zemljište, zavjere, zavjeru, ...
  • συνωμοτώ στα κροατικά - intrigirati, zemljište, fabula, zavjera, kovati zavjeru
Τυχαίες λέξεις
Συνυπάρχω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: koegzistirati, istodobno, koegzistiraju, opstojati zajedno, opstojati, suživot