Υπαινιγμός στα δανικά
Μετάφραση: υπαινιγμός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vink, hentydning, hint, Tip, antydning
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπαινιγμός
υπαινιγμός ετυμολογία, υπαινιγμός λεξικο, δηκτικός υπαινιγμός, υπαινιγμός λεξικό γλώσσας δανικά, υπαινιγμός στα δανικά
Μεταφράσεις
- υπαγόρευση στα δανικά - diktat, diktering, diktaten, af diktat, dikteret
- υπαινίσσομαι στα δανικά - insinuere, antyde, insinuerer, snige
- υπαινισσόμενος στα δανικά - hinter
- υπακοή στα δανικά - lydighed, lydighed mod, adlyde, lydighed over
Τυχαίες λέξεις
Υπαινιγμός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vink, hentydning, hint, Tip, antydning
Μεταφράσεις: vink, hentydning, hint, Tip, antydning