Υπαινιγμός στα ισλανδικά
Μετάφραση: υπαινιγμός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bending, Vísbending, vísbendingu, vísbending um, vott
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπαινιγμός
υπαινιγμός ετυμολογία, υπαινιγμός λεξικο, δηκτικός υπαινιγμός, υπαινιγμός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, υπαινιγμός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- υπαγόρευση στα ισλανδικά - dictation
- υπαινίσσομαι στα ισλανδικά - insinuate
- υπαινισσόμενος στα ισλανδικά - Hinter
- υπακοή στα ισλανδικά - hlýðni
Τυχαίες λέξεις
Υπαινιγμός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: bending, Vísbending, vísbendingu, vísbending um, vott
Μεταφράσεις: bending, Vísbending, vísbendingu, vísbending um, vott