Υπαινιγμός στα εσθονικά
Μετάφραση: υπαινιγμός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
solvang, sisendus, allusioon, näpunäide, vihje, vihjet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπαινιγμός
υπαινιγμός ετυμολογία, υπαινιγμός λεξικο, δηκτικός υπαινιγμός, υπαινιγμός λεξικό γλώσσας εσθονικά, υπαινιγμός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- υπαγόρευση στα εσθονικά - etteütlus, dikteerimine, ettekirjutus, diktaat, dikteerimise, dikteerimisfailide, dikteerimist
- υπαινίσσομαι στα εσθονικά - sisendama, vihjama, Vihjailla, vihjata, Ujuttaa, Luikerrella
- υπαινισσόμενος στα εσθονικά - hinter
- υπακοή στα εσθονικά - truudus, kuulekus, kuulekuse, kuulekuses, sõnakuulelikkuse, kuulekust
Τυχαίες λέξεις
Υπαινιγμός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: solvang, sisendus, allusioon, näpunäide, vihje, vihjet
Μεταφράσεις: solvang, sisendus, allusioon, näpunäide, vihje, vihjet