Υπαινιγμός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: υπαινιγμός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
намёк, намек
Υπαινιγμός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπαινιγμός

υπαινιγμός ετυμολογία, υπαινιγμός λεξικο, δηκτικός υπαινιγμός, υπαινιγμός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, υπαινιγμός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • υπαγόρευση στα λευκορωσικά - дыктоўку, дыктоўка, дыктант, агульнанацыянальная дыктоўка
  • υπαινίσσομαι στα λευκορωσικά - намякаць, нагадваць пра, нагадваць, нагадваць пра тое
  • υπαινισσόμενος στα λευκορωσικά - Hinter
  • υπακοή στα λευκορωσικά - паслухмянасць, паслухмянства, паслушэнства, послух, паслушнасьць
Τυχαίες λέξεις
Υπαινιγμός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: намёк, намек