Υπαινιγμός στα ουγγρικά
Μετάφραση: υπαινιγμός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
behízelgés, célozgatás, hivatkozás, célzás, utalás, csipetnyi, hint, célzást
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπαινιγμός
υπαινιγμός ετυμολογία, υπαινιγμός λεξικο, δηκτικός υπαινιγμός, υπαινιγμός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, υπαινιγμός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- υπαγόρευση στα ουγγρικά - diktálás, parancsolás, tollbamondás, diktálást, diktálási, diktált, diktafon
- υπαινίσσομαι στα ουγγρικά - gyanúsít, célozgat, beférkőzik, célozni
- υπαινισσόμενος στα ουγγρικά - célzó, hinter
- υπακοή στα ουγγρικά - engedelmesség, engedelmességet, az engedelmesség, engedelmességi, engedelmességgel
Τυχαίες λέξεις
Υπαινιγμός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: behízelgés, célozgatás, hivatkozás, célzás, utalás, csipetnyi, hint, célzást
Μεταφράσεις: behízelgés, célozgatás, hivatkozás, célzás, utalás, csipetnyi, hint, célzást