Αδέξιος στα εσθονικά

Μετάφραση: αδέξιος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
karmikäeline, täbar, piinlik, vilumatu, kohatu, kohmakas, looder, slouch, kössis istuma, Kyyhöttää, lontisolek
Αδέξιος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδέξιος

αδέξιος συνώνυμο, αδέξιος εραστής 1985, αδέξιοσ εραστήσ, αδέξιος δεξιός, αδέξιος συνώνυμα, αδέξιος λεξικό γλώσσας εσθονικά, αδέξιος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αγώνας στα εσθονικά - võitlus, tikk, rüsin, ühitama, lahingutegevus, lahing, võitlema, ...
  • αδένας στα εσθονικά - nääre, kaelustihend, tihend, gland, alatalitlus, näärme, tihendi
  • αδέσμευτος στα εσθονικά - vabakutseline, vallaline, kinnitamata, lahtine, kinnitumata, mittekinnitatavat
  • αδέσποτος στα εσθονικά - juhuslik, omanikuta, peremehetu, Haltijaton, Isännätön
Τυχαίες λέξεις
Αδέξιος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: karmikäeline, täbar, piinlik, vilumatu, kohatu, kohmakas, looder, slouch, kössis istuma, Kyyhöttää, lontisolek