Αδέξιος στα σουηδικά
Μετάφραση: αδέξιος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tafatt, klumpig, slöfock, sloka, slouch, slokandehatt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδέξιος
αδέξιος συνώνυμο, αδέξιος εραστής 1985, αδέξιοσ εραστήσ, αδέξιος δεξιός, αδέξιος συνώνυμα, αδέξιος λεξικό γλώσσας σουηδικά, αδέξιος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αγώνας στα σουηδικά - slåss, tändsticka, streta, slagsmål, brottas, par, koppla, ...
- αδένας στα σουηδικά - körtel, körteln, gland, genomföring
- αδέσμευτος στα σουηδικά - unattached, lös, obundet, obunden, icke fastsatta
- αδέσποτος στα σουηδικά - ownerless, ägarlöst, herrelösa, herrelös
Τυχαίες λέξεις
Αδέξιος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: tafatt, klumpig, slöfock, sloka, slouch, slokandehatt
Μεταφράσεις: tafatt, klumpig, slöfock, sloka, slouch, slokandehatt