Ανεξαρτησία στα εσθονικά

Μετάφραση: ανεξαρτησία, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõltumatus, iseseisvus, sõltumatuse, sõltumatust, iseseisvuse
Ανεξαρτησία στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανεξαρτησία

ανεξαρτησία ινδίας, ανεξαρτησία σερβίας, ανεξαρτησία δικαιοσύνης, ανεξαρτησία βενετίας, ανεξαρτησία σκωτίας, ανεξαρτησία λεξικό γλώσσας εσθονικά, ανεξαρτησία στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ανεμώδης στα εσθονικά - tuuline, tuulise, tuulistes, tuulised, tuulises
  • ανεξάρτητος στα εσθονικά - iseseisev, sõltumatu, vabakutseline, sõltumatute, sõltumatud, sõltumatut
  • ανεπάρκεια στα εσθονικά - puudulikkus, ebapiisavus, puudulikkuse, puudulikkusega, ebapiisavust
  • ανεπίσημος στα εσθονικά - mitteametlik, pealiskaudne, põgus, mitteametliku, informaalse, mitteametlikul, mitteametlike
Τυχαίες λέξεις
Ανεξαρτησία στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sõltumatus, iseseisvus, sõltumatuse, sõltumatust, iseseisvuse