Ανεξαρτησία στα σουηδικά
Μετάφραση: ανεξαρτησία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
självständighet, oberoende, oberoendet, självständighets, oavhängighet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεξαρτησία
ανεξαρτησία ινδίας, ανεξαρτησία σερβίας, ανεξαρτησία δικαιοσύνης, ανεξαρτησία βενετίας, ανεξαρτησία σκωτίας, ανεξαρτησία λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανεξαρτησία στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ανεμώδης στα σουηδικά - blåsigt, blåsiga, blåsig, blåser, hård vind
- ανεξάρτητος στα σουηδικά - självständig, oberoende, självständigt, fristående, självständiga
- ανεπάρκεια στα σουηδικά - insufficiens, njurfunktion, otillräckliga, brist, otillräcklig
- ανεπίσημος στα σουηδικά - tillfällig, vanlig, slumpvis, informella, informell, informellt
Τυχαίες λέξεις
Ανεξαρτησία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: självständighet, oberoende, oberoendet, självständighets, oavhängighet
Μεταφράσεις: självständighet, oberoende, oberoendet, självständighets, oavhängighet