Ανυπεράσπιστος στα εσθονικά
Μετάφραση: ανυπεράσπιστος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaitsetu, kaitsetud, kaitsetute, kaitsetuid, kaitsetuks
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανυπεράσπιστος
ανυπεράσπιστος συνωνυμα, ανυπεράσπιστος καημός, ανυπεράσπιστος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ανυπεράσπιστος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ανυπάκουος στα εσθονικά - sõnakuulmatu, sõnakuulmatud, kuulmatu, kuulanud sõna, ei kuula sõna
- ανυπακοή στα εσθονικά - allumatus, sõnakuulmatus, sõnakuulmatuse, sõnakuulmatust, sõnakuulmatute
- ανυπομονησία στα εσθονικά - kannatamatus, kärsitus, kannatamatust, kannatamatuse, kärsitust
- ανυποχώρητος στα εσθονικά - järjekindel, visa, sitke, vaevarikas, andega
Τυχαίες λέξεις
Ανυπεράσπιστος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kaitsetu, kaitsetud, kaitsetute, kaitsetuid, kaitsetuks
Μεταφράσεις: kaitsetu, kaitsetud, kaitsetute, kaitsetuid, kaitsetuks