Ανυπεράσπιστος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ανυπεράσπιστος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sem defesa, desprotegido, indefeso, indefesa, indefesos
Ανυπεράσπιστος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανυπεράσπιστος

ανυπεράσπιστος συνωνυμα, ανυπεράσπιστος καημός, ανυπεράσπιστος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ανυπεράσπιστος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ανυπάκουος στα πορτογαλικά - desobediente, desobedientes, rebeldes, desobediência, disobedient
  • ανυπακοή στα πορτογαλικά - desobediência, a desobediência, da desobediência, de desobediência
  • ανυπομονησία στα πορτογαλικά - impaciência, a impaciência, impaciente, impatience
  • ανυποχώρητος στα πορτογαλικά - tenaz, tenazes, tenacious, persistente, obstinado
Τυχαίες λέξεις
Ανυπεράσπιστος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sem defesa, desprotegido, indefeso, indefesa, indefesos