Αποδοτικότητα στα εσθονικά

Μετάφραση: αποδοτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
efektiivsus, kasutegur, tõhususe, tõhusust, tõhusus
Αποδοτικότητα στα εσθονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποδοτικότητα

αποδοτικότητα ορισμός, αποδοτικότητα στην εργασία, αποδοτικότητα συνώνυμο, αποδοτικότητα νοσοκομείων, αποδοτικότητα ενεργητικού, αποδοτικότητα λεξικό γλώσσας εσθονικά, αποδοτικότητα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αποδοκιμασία στα εσθονικά - pahameel, hukkamõist, hukkamõistu, halvakspanu, rahulolematust, kinnitamata jätnud
  • αποδοτικός στα εσθονικά - tegev, tulutoov, tootlik, võimekas, tõhus, tõhusa, tõhusat, ...
  • αποδοχές στα εσθονικά - sissetulek, teenistus, tulu, töötasu, kasum, kasumi, töötasude
  • αποδοχή στα εσθονικά - heakskiit, vastuvõtt, aktsept, vastuvõtmine, aktsepteerimine, vastuvõtmise, vastuvõtmis-, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποδοτικότητα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: efektiivsus, kasutegur, tõhususe, tõhusust, tõhusus