Αποδοτικότητα στα λιθουανικά

Μετάφραση: αποδοτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
efektyvumas, efektyvumo, veiksmingumas, efektyvumą, veiksmingumą
Αποδοτικότητα στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποδοτικότητα

αποδοτικότητα ορισμός, αποδοτικότητα στην εργασία, αποδοτικότητα συνώνυμο, αποδοτικότητα νοσοκομείων, αποδοτικότητα ενεργητικού, αποδοτικότητα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αποδοτικότητα στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • αποδοκιμασία στα λιθουανικά - nepritarimas, nepritarimą, nepatvirtinimą, nesutikimą, jam nepalankus
  • αποδοτικός στα λιθουανικά - efektyvus, veiksminga, veiksmingas, veiksmingai, veiksmingą
  • αποδοχές στα λιθουανικά - užmokestis, atlyginimas, pelnas, alga, uždarbis, pajamos, darbo užmokestis
  • αποδοχή στα λιθουανικά - priėmimas, priėmimo, pripažinimas, priėmimą, pripažinimą
Τυχαίες λέξεις
Αποδοτικότητα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: efektyvumas, efektyvumo, veiksmingumas, efektyvumą, veiksmingumą