Αποδοτικότητα στα ιταλικά
Μετάφραση: αποδοτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
efficienza, l'efficienza, dell'efficienza, di efficienza, efficacia
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδοτικότητα
αποδοτικότητα ορισμός, αποδοτικότητα στην εργασία, αποδοτικότητα συνώνυμο, αποδοτικότητα νοσοκομείων, αποδοτικότητα ενεργητικού, αποδοτικότητα λεξικό γλώσσας ιταλικά, αποδοτικότητα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αποδοκιμασία στα ιταλικά - disapprovazione, la disapprovazione, riprovazione, di disapprovazione, disapprovazione per
- αποδοτικός στα ιταλικά - efficiente, efficace, efficienti, efficienza, efficaci
- αποδοχές στα ιταλικά - salario, stipendio, paga, guadagni, guadagno, reddito, proventi, ...
- αποδοχή στα ιταλικά - accettazione, accoglienza, l'accettazione, di accettazione, all'accettazione
Τυχαίες λέξεις
Αποδοτικότητα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: efficienza, l'efficienza, dell'efficienza, di efficienza, efficacia
Μεταφράσεις: efficienza, l'efficienza, dell'efficienza, di efficienza, efficacia