Γεννήτρια στα εσθονικά

Μετάφραση: γεννήτρια, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
generaator, dünamo, generaatori, generaatorid, generator, generaatorit
Γεννήτρια στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γεννήτρια

γεννήτρια pse 2800 a1, γεννήτρια υδρογόνου, γεννήτρια κωδικών στο facebook, γεννήτρια κωδικών, γεννήτρια βαλιτσάκι, γεννήτρια λεξικό γλώσσας εσθονικά, γεννήτρια στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • γενικός στα εσθονικά - kindral, tunked, türp, üldine, üldise, üldist, üldiselt, ...
  • γενικότητα στα εσθονικά - üldistus, üldistamine, üldsõnalisus, üldkehtivust, üldisuse, üldisust, üldtähendust
  • γενναία στα εσθονικά - vapralt, julgelt, vapper, julge, vaprad, julged, vapra
  • γενναίος στα εσθονικά - julge, järsk, südi, vapper, kaar, vaprad, julged, ...
Τυχαίες λέξεις
Γεννήτρια στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: generaator, dünamo, generaatori, generaatorid, generator, generaatorit