Γεννήτρια στα τούρκικα
Μετάφραση: γεννήτρια, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
jeneratör, Generator, jeneratörü, üreteci, üreticisi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γεννήτρια
γεννήτρια pse 2800 a1, γεννήτρια υδρογόνου, γεννήτρια κωδικών στο facebook, γεννήτρια κωδικών, γεννήτρια βαλιτσάκι, γεννήτρια λεξικό γλώσσας τούρκικα, γεννήτρια στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- γενικός στα τούρκικα - evrensel, genel, General, genel bir, genel olarak
- γενικότητα στα τούρκικα - genellik, genelliğini, generality, genelliği, bir genellemedir
- γενναία στα τούρκικα - cesur, cesur bir, brave, yiğit
- γενναίος στα τούρκικα - yürekli, cesur, yiğit, mert, cesur bir, brave
Τυχαίες λέξεις
Γεννήτρια στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: jeneratör, Generator, jeneratörü, üreteci, üreticisi
Μεταφράσεις: jeneratör, Generator, jeneratörü, üreteci, üreticisi