Γεννήτρια στα πολωνικά
Μετάφραση: γεννήτρια, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
generator, prądnica, wytwornica, generatora, generatorem
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γεννήτρια
γεννήτρια pse 2800 a1, γεννήτρια υδρογόνου, γεννήτρια κωδικών στο facebook, γεννήτρια κωδικών, γεννήτρια βαλιτσάκι, γεννήτρια λεξικό γλώσσας πολωνικά, γεννήτρια στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- γενικός στα πολωνικά - generalny, loża, całkowity, makroekonomia, ogólnikowy, kombinezon, generał, ...
- γενικότητα στα πολωνικά - uogólnienie, ogólność, powszechność, uniwersalność, ogólności, ogólnikowość
- γενναία στα πολωνικά - zuchwale, śmiało, odważny, dzielny, waleczny, odważna, odważnym
- γενναίος στα πολωνικά - tłusty, ufny, śmiały, dzielny, wyraźny, junak, chrobry, ...
Τυχαίες λέξεις
Γεννήτρια στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: generator, prądnica, wytwornica, generatora, generatorem
Μεταφράσεις: generator, prądnica, wytwornica, generatora, generatorem