Γεννήτρια στα λιθουανικά
Μετάφραση: γεννήτρια, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
autorius, generatorius, generatoriaus, generatorių
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γεννήτρια
γεννήτρια pse 2800 a1, γεννήτρια υδρογόνου, γεννήτρια κωδικών στο facebook, γεννήτρια κωδικών, γεννήτρια βαλιτσάκι, γεννήτρια λεξικό γλώσσας λιθουανικά, γεννήτρια στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- γενικός στα λιθουανικά - visuotinis, generolas, bendras, apskritai, bendra, bendrojo, bendrasis
- γενικότητα στα λιθουανικά - bendrumas, visuotinumu, Universalumas, bendrybė, Apibendrinti
- γενναία στα λιθουανικά - drąsus, drąsūs, drąsi, drąsiai, drąsos
- γενναίος στα λιθουανικά - šaunus, drąsus, drąsūs, drąsi, drąsiai, drąsos
Τυχαίες λέξεις
Γεννήτρια στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: autorius, generatorius, generatoriaus, generatorių
Μεταφράσεις: autorius, generatorius, generatoriaus, generatorių