Ελαστικότητα στα εσθονικά

Μετάφραση: ελαστικότητα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
elastsus, elastsuse, elastsust, elastsusega, elastsusest
Ελαστικότητα στα εσθονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελαστικότητα

ελαστικότητα προσφοράς, ελαστικότητα εισοδήματος, ελαστικότητα ζήτησης, ελαστικότητα συνώνυμα, ελαστικότητα ζήτησης ως προς την τιμή, ελαστικότητα λεξικό γλώσσας εσθονικά, ελαστικότητα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ελίτ στα εσθονικά - eliit, Elite, eliidi, eliiti, eliidile
  • ελαστικός στα εσθονικά - mõjutatav, kohanev, sepistatav, elastne, elastse, elastsed, elastsete, ...
  • ελαττωματικός στα εσθονικά - vigane, puudulik, defektne, defektsed, defektse, defektsete
  • ελαττώνομαι στα εσθονικά - rändlaulik, kahanema, kahanemas, hupenemassa, alanemine, Huveta
Τυχαίες λέξεις
Ελαστικότητα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: elastsus, elastsuse, elastsust, elastsusega, elastsusest