Ελαστικότητα στα λιθουανικά
Μετάφραση: ελαστικότητα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
elastingumas, elastingumą, elastingumo, lankstumas, elastingumu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελαστικότητα
ελαστικότητα προσφοράς, ελαστικότητα εισοδήματος, ελαστικότητα ζήτησης, ελαστικότητα συνώνυμα, ελαστικότητα ζήτησης ως προς την τιμή, ελαστικότητα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ελαστικότητα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ελίτ στα λιθουανικά - elitas, Elite, elito, prabangių, elitą
- ελαστικός στα λιθουανικά - elastingas, elastinga, elastinės, elastinis, elastinė
- ελαττωματικός στα λιθουανικά - defektinis, ydingas, trūkumais, defektais, sugedęs
- ελαττώνομαι στα λιθουανικά - dilti, delčia, Dilšana, dilimas, gaišti
Τυχαίες λέξεις
Ελαστικότητα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: elastingumas, elastingumą, elastingumo, lankstumas, elastingumu
Μεταφράσεις: elastingumas, elastingumą, elastingumo, lankstumas, elastingumu