Ελαστικότητα στα τσεχικά

Μετάφραση: ελαστικότητα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pružnost, elastičnost, elasticita, pružnosti, elasticity, elasticitu
Ελαστικότητα στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελαστικότητα

ελαστικότητα προσφοράς, ελαστικότητα εισοδήματος, ελαστικότητα ζήτησης, ελαστικότητα συνώνυμα, ελαστικότητα ζήτησης ως προς την τιμή, ελαστικότητα λεξικό γλώσσας τσεχικά, ελαστικότητα στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ελίτ στα τσεχικά - výkvět, elita, Elite, elitní, elity, elitu
  • ελαστικός στα τσεχικά - volný, nedbalý, pružný, uvolněný, poddajný, kujný, tvárný, ...
  • ελαττωματικός στα τσεχικά - defektní, neúplný, vadný, porušený, chybný, vadné, vadná, ...
  • ελαττώνομαι στα τσεχικά - ubývat, mizet, vadnout, slábnout, klesat, Wane, blednout
Τυχαίες λέξεις
Ελαστικότητα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: pružnost, elastičnost, elasticita, pružnosti, elasticity, elasticitu