Ελαστικότητα στα σουηδικά
Μετάφραση: ελαστικότητα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
elasticitet, elasticiteten, elasticitets
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελαστικότητα
ελαστικότητα προσφοράς, ελαστικότητα εισοδήματος, ελαστικότητα ζήτησης, ελαστικότητα συνώνυμα, ελαστικότητα ζήτησης ως προς την τιμή, ελαστικότητα λεξικό γλώσσας σουηδικά, ελαστικότητα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ελίτ στα σουηδικά - elit, Elite, eliten
- ελαστικός στα σουηδικά - slapp, elastisk, elastiskt, elastiska, resår, elasticitets
- ελαττωματικός στα σουηδικά - bristfällig, felaktig, defekt, defekta, felaktiga
- ελαττώνομαι στα σουηδικά - avta, vankant, tillbakagång, avtar, avtagande
Τυχαίες λέξεις
Ελαστικότητα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: elasticitet, elasticiteten, elasticitets
Μεταφράσεις: elasticitet, elasticiteten, elasticitets