Επιδοτώ στα εσθονικά

Μετάφραση: επιδοτώ, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
toetama, doteerima, subsideerima, subsideerida, toetatakse, subsideerimiseks
Επιδοτώ στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιδοτώ

επιζητώ λεξικο, επιδοτώ λεξικό γλώσσας εσθονικά, επιδοτώ στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • επιδοκιμάζω στα εσθονικά - nõustuma, kinnitama, heaks kiitma, kiitma, heaks kiita, kinnitab
  • επιδοκιμασία στα εσθονικά - heakskiit, toetusavaldus, aplaus, aplausi, applause, aplausiga, Beifall
  • επιδρομή στα εσθονικά - kõrvalepõige, atakk, marodööriteema, rüüsteretk, rünnak, ründama, haarang, ...
  • επιδόρπιο στα εσθονικά - magustoit, dessert, magustoidu, magustoiduks, magustoitu
Τυχαίες λέξεις
Επιδοτώ στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: toetama, doteerima, subsideerima, subsideerida, toetatakse, subsideerimiseks