Επιδοτώ στα τούρκικα
Μετάφραση: επιδοτώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
iane vermek, sübvansiyon sağlamak, sübvanse, sübvansiyon, para yardımı
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδοτώ
επιζητώ λεξικο, επιδοτώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, επιδοτώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- επιδοκιμάζω στα τούρκικα - alkış, onaylamak, onaylaması, onaylama, onaylanması, onaylar
- επιδοκιμασία στα τούρκικα - alkış, alkışlar, Applause, alkışlarla, bir alkış
- επιδρομή στα τούρκικα - nöbet, hücum, saldırı, saldırmak, baskın, raid, baskını, ...
- επιδόρπιο στα τούρκικα - tatlı, dessert, tatlısı, tatlı Restoran, bir tatlı
Τυχαίες λέξεις
Επιδοτώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: iane vermek, sübvansiyon sağlamak, sübvanse, sübvansiyon, para yardımı
Μεταφράσεις: iane vermek, sübvansiyon sağlamak, sübvanse, sübvansiyon, para yardımı