Ευρετήριο στα εσθονικά
Μετάφραση: ευρετήριο, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
viit, sisujuht, indeks, indeksi, pealeht, indeksit, register
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευρετήριο
ευρετήριο οτε, ευρετήριο τηλεφωνικού καταλόγου, ευρετήριο στο word, ευρετήριο δου, ευρετήριο αριθμών κινητών τηλεφώνων, ευρετήριο λεξικό γλώσσας εσθονικά, ευρετήριο στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ευπρόσιτος στα εσθονικά - kättesaadav, kergesti kättesaadav, kergesti ligipääsetav, hõlpsasti kättesaadav, kergesti kättesaadavad, kergesti ligipääsetavad
- ευρέως στα εσθονικά - lairiba, laialdaselt, laialt, väga, laiemalt, laialdasemalt
- ευρύς στα εσθονικά - lai, tots, laia, ulatuslik, laialdane, laialdast
- ευρύχωρος στα εσθονικά - avar, ruumikas, avara, avarad, mahukas
Τυχαίες λέξεις
Ευρετήριο στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: viit, sisujuht, indeks, indeksi, pealeht, indeksit, register
Μεταφράσεις: viit, sisujuht, indeks, indeksi, pealeht, indeksit, register