Ευρετήριο στα ισλανδικά
Μετάφραση: ευρετήριο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Vísitala, vísitölu, vísitölunni, vísitalan, neysluverðs
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευρετήριο
ευρετήριο οτε, ευρετήριο τηλεφωνικού καταλόγου, ευρετήριο στο word, ευρετήριο δου, ευρετήριο αριθμών κινητών τηλεφώνων, ευρετήριο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ευρετήριο στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ευπρόσιτος στα ισλανδικά - aðgengilegur, aðgengilegar, auðvelt að komast, auðveldlega aðgengileg, auðveldlega aðgengilegt, auðvelt að nálgast
- ευρέως στα ισλανδικά - víða, mikið, almennt, mjög, víða í
- ευρύς στα ισλανδικά - viður, breiður, breið, breitt, víðtæk, víðtæka
- ευρύχωρος στα ισλανδικά - rúmgott, rúmgóður, rúmgóð
Τυχαίες λέξεις
Ευρετήριο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Vísitala, vísitölu, vísitölunni, vísitalan, neysluverðs
Μεταφράσεις: Vísitala, vísitölu, vísitölunni, vísitalan, neysluverðs