Ευρετήριο στα νορβηγικά
Μετάφραση: ευρετήριο, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pekefinger, indeks, viser, index, indeksen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευρετήριο
ευρετήριο οτε, ευρετήριο τηλεφωνικού καταλόγου, ευρετήριο στο word, ευρετήριο δου, ευρετήριο αριθμών κινητών τηλεφώνων, ευρετήριο λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ευρετήριο στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ευπρόσιτος στα νορβηγικά - tilgjengelig, lett tilgjengelig, lett tilgjengelige, er lett tilgjengelig
- ευρέως στα νορβηγικά - vidt, allment, viden, mye, utbredt
- ευρύς στα νορβηγικά - bred, brede, bredt, førsteklasses, nødvendige
- ευρύχωρος στα νορβηγικά - rommelig, vid, romslig, romslige
Τυχαίες λέξεις
Ευρετήριο στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: pekefinger, indeks, viser, index, indeksen
Μεταφράσεις: pekefinger, indeks, viser, index, indeksen