Ιδρύω στα εσθονικά

Μετάφραση: ιδρύω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
asutama, tuvastama, püstitama, püstine, püstitada, püstised, püsti
Ιδρύω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιδρύω

ιδρύω αρχαια κλιση, ιδρύω αρχαια παρακειμενος, ιδρύω συνωνυμα, ιδρύω αρχαια, ιδρύω παρακείμενος, ιδρύω λεξικό γλώσσας εσθονικά, ιδρύω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ιδού στα εσθονικά - ennäe, nägema, lo, vaata, aa, tek
  • ιδρυτής στα εσθονικά - asutaja, valaja, rajaja, looja, kaasasutaja, alusepanija
  • ιερέας στα εσθονικά - vaimulik, minister, kaplan, kaplaniteenistuse, kaplaniga, kaplani
  • ιεραπόστολος στα εσθονικά - misjonär, misjonäri, misjonitöö, misjonärina, misjonitööd
Τυχαίες λέξεις
Ιδρύω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: asutama, tuvastama, püstitama, püstine, püstitada, püstised, püsti