Ιδρύω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ιδρύω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
будаваць, ўзвесці, узвесці, пабудаваць, збудаваць, абвясьці
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδρύω
ιδρύω αρχαια κλιση, ιδρύω αρχαια παρακειμενος, ιδρύω συνωνυμα, ιδρύω αρχαια, ιδρύω παρακείμενος, ιδρύω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ιδρύω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ιδού στα λευκορωσικά - вось, вот
- ιδρυτής στα λευκορωσικά - заснавальнік, Оперная, Стваральнік, Заснавальніка
- ιερέας στα λευκορωσικά - каплан, капелан, капелана
- ιεραπόστολος στα λευκορωσικά - місіянер
Τυχαίες λέξεις
Ιδρύω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: будаваць, ўзвесці, узвесці, пабудаваць, збудаваць, абвясьці
Μεταφράσεις: будаваць, ўзвесці, узвесці, пабудаваць, збудаваць, абвясьці