Ιδρύω στα λιθουανικά
Μετάφραση: ιδρύω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lieti, stačias, pastatyti, statyti, stačios, pasistatyti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδρύω
ιδρύω αρχαια κλιση, ιδρύω αρχαια παρακειμενος, ιδρύω συνωνυμα, ιδρύω αρχαια, ιδρύω παρακείμενος, ιδρύω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ιδρύω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ιδού στα λιθουανικά - štai, Lo, Zaprawde
- ιδρυτής στα λιθουανικά - įkūrėjas, atsakingas asmuo, steigėjas, steigėja, įkūrėjų
- ιερέας στα λιθουανικά - klebonas, kunigas, pastorius, ministras, kapelionas, Chaplain, kapelionu, ...
- ιεραπόστολος στα λιθουανικά - misionierius, misionierių, misionieriaus, misionieriumi, misionieriškas
Τυχαίες λέξεις
Ιδρύω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: lieti, stačias, pastatyti, statyti, stačios, pasistatyti
Μεταφράσεις: lieti, stačias, pastatyti, statyti, stačios, pasistatyti