Ιδρύω στα σλοβενικά
Μετάφραση: ιδρύω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ustanovit, našel, založit, pokončna, postaviti, postavil, postavili, pokon
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδρύω
ιδρύω αρχαια κλιση, ιδρύω αρχαια παρακειμενος, ιδρύω συνωνυμα, ιδρύω αρχαια, ιδρύω παρακείμενος, ιδρύω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ιδρύω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- ιδού στα σλοβενικά - lo, glej, dk, RSS Lo, Gle
- ιδρυτής στα σλοβενικά - ustanovitelj, ustanoviteljica, ustanovitelja, utemeljitelj
- ιερέας στα σλοβενικά - fara, kaplan, kaplana, kurat, kaplanom, Kapelan
- ιεραπόστολος στα σλοβενικά - misijonar, missionary, misijonarski, misijonska, misijonsko
Τυχαίες λέξεις
Ιδρύω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: ustanovit, našel, založit, pokončna, postaviti, postavil, postavili, pokon
Μεταφράσεις: ustanovit, našel, založit, pokončna, postaviti, postavil, postavili, pokon