Καύσιμα στα εσθονικά
Μετάφραση: καύσιμα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kütus, kütma, tankima, kütuse, kütust, kütusena, kütusega
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καύσιμα
καύσιμα πυραύλων, καύσιμα αεροπλάνων, καύσιμα και τεχνολογίες προώθησης, καύσιμα πλοίων, καύσιμα χανίων, καύσιμα λεξικό γλώσσας εσθονικά, καύσιμα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- καύκαλο στα εσθονικά - pealuu, kolp, koorik, kooruke, seljakilbi, pearindmikukilbi, pearindmikukilp
- καύση στα εσθονικά - põlemine, põletamine, põletamise, põlemise, põletustunne, põletamist
- καύσιμο στα εσθονικά - kütma, tankima, kütus, kergestisüttiv, põlevate, põleva, süttiva, ...
- καύσιμος στα εσθονικά - põlev, süttiv, kergestisüttiv, põlevate, põleva, süttiva, süttivate
Τυχαίες λέξεις
Καύσιμα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kütus, kütma, tankima, kütuse, kütust, kütusena, kütusega
Μεταφράσεις: kütus, kütma, tankima, kütuse, kütust, kütusena, kütusega