Καύσιμα στα λευκορωσικά

Μετάφραση: καύσιμα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
паліва
Καύσιμα στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καύσιμα

καύσιμα πυραύλων, καύσιμα αεροπλάνων, καύσιμα και τεχνολογίες προώθησης, καύσιμα πλοίων, καύσιμα χανίων, καύσιμα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, καύσιμα στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • καύκαλο στα λευκορωσικά - шчыток
  • καύση στα λευκορωσικά - спальванне, спальвання, спальваньне, да спальвання
  • καύσιμο στα λευκορωσικά - гаручы
  • καύσιμος στα λευκορωσικά - гаручы
Τυχαίες λέξεις
Καύσιμα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: паліва